Ο Επιβάτης - Εξώφυλλο

nnet.gr



.Περιεχόμενα


Wannsee
«Είσαι εντάξει Τζον;»
«Ναι είμαι μια χαρά.»
«Δεν βλέπω τίποτε Τζον.»
«Ούτε 'γώ Εύα ούτε 'γώ, αλλά πάμε καλά. Είμαι σίγουρος.»
Σ' αυτό το σημείο σταματούσε πάντα η μνήμη του. Το επόμενο, ήταν ένας μεγάλος θάλαμος γεμάτος κρεβάτια με παιδιά στην ίδια ηλικία μ' αυτόν, εκεί γύρω στα έντεκα. Να κοιμούνται. Κι αυτόν να ξυπνά ουρλιάζοντας κοιτώντας με τ' ορθάνοιχτα μάτια του εφιάλτη τη λάμπα πάνω απ' το κεφάλι του. Ίσως γιατί του φαινόταν ίδια με τον προβολέα που τους χαστούκισε στη μέση εκείνης της νύχτας. Ίσως γιατί μετά ακολούθησαν ο φόβος και ο τρόμος, που μέσα στον παιδικό του ύπνο ξεφωνίζοντας προσπαθούσε μάταια να διώξει. Ή ίσως και γιατί θυμόταν πολύ περισσότερα. Τα πάντα. Λαξευμένα με το σφυρί και το καλέμι του θανάτου να δουλεύουν ακούραστα κάτω από το λευκό σκοτάδι εκείνης της νύχτας, πιο κάτω ακόμη κι απ' το υποσυνείδητό του, κάπου κοντά στη ρίζα της ψυχής, χαράζοντας τις βαθιές ανόμοιες γραμμές μιας κακοφορμισμένης πληγής που δεν θα έκλεινε ποτέ.
-